5.3.07

54 Χρόνια από το θάνατο του Στάλιν

Με αφορμή τα 54 χρόνια από το θάνατο του Στάλιν
Άρθρο από την Εφημερίδα «Αριστερά!» φ. 117 (22/3/2003)

ΝΑ ΔΙΔΑΧΘΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΕΙΡΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ

Στις 5 Μάρτη έκλεισε μισός αιώνας από το θάνατο του Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι ή Κόμπα ή Στάλιν. Έφυγε σε ηλικία 73 ετών το 1953. Το πένθος που ακολούθησε το θάνατό του, ανάμεσα στους απλούς σοβιετικούς πολίτες αλλά και εκατομμύρια ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, ήταν χωρίς προηγούμενο. Μισό αιώνα μετά, το κλίμα είναι πολύ διαφορετικό. Γράφτηκαν από τότε χιλιάδες βιβλίων και ιστορικών ρεπορτάζ, γυρίστηκαν δεκάδες ντοκιμαντέρ αρνητικότατης αποτίμησης.

Από τους μπολσεβίκους που αποτελούσαν την ηγεσία της επανάστασης το 1917, ο Στάλιν ήταν από τους λίγους με προλεταριακή καταγωγή. Διατήρησε έναν πληβειακό και λιτό τρόπο ζωής ακόμη κι όταν μεσουρανούσε, από τη δεκαετία του ’30 ως το θάνατό του. Από νεαρή ηλικία ανακατεύτηκε με τις παράνομες σοσιαλδημοκρατικές ομάδες που δρούσαν στις αστικές περιοχές του Καυκάσου. Ενθουσιάστηκε με τη γέννηση του μπολσεβίκικου ρεύματος το 1903, συντάχτηκε με αυτό και πρωτοστάτησε στην τοπική εργατική αναταραχή που ακολούθησε τη ρώσικη επανάσταση του 1905. Φυλακίστηκε και εξορίστηκε πολλές φορές. Μέχρι του 1913, που εξορίστηκε για τελευταία φορά για τέσσερα χρόνια, τα λιγοστά κείμενα που έχει ήδη γράψει φανερώνουν έναν επαναστάτη που –χωρίς να έχει τη λαμπρότητα ή «λαμπρότητα» άλλων- έχει μια ιδιαίτερη συγκρότηση και μέθοδο να προσεγγίζει τα πράγματα. Τα πιο γνωστά της περιόδου είναι ο «Σοσιαλισμός και αναρχισμός» και «Το εθνικό ζήτημα». Μέχρι το 1922 που ο Λένιν αποσύρεται βαριά άρρωστος, ο Στάλιν βρίσκεται μέσα στην καθοδηγητική τριάδα-τετράδα ενός κόμματος που έχει κερδίσει τον εμφύλιο, κυβερνά τη χώρα των Σοβιέτ και παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάπτυξη ενός διεθνούς επαναστατικού κινήματος. Σταδιακά, ο Στάλιν θα γίνει ο ηγέτης των μπολσεβίκων, της ΕΣΣΔ και τελικά του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Βρέθηκε εκεί μέσα από αντιπαραθέσεις, παλεύοντας για συγκεκριμένες κατευθύνσεις.

Η περίοδος Στάλιν
Η ιστορία του Στάλιν δεν είναι πια η ιστορία ενός προσώπου, οι προσωπικές του επιδιώξεις, προτιμήσεις ή αντιπάθειες. Είναι ταυτόχρονα η ιστορία ενός κόμματος, μιας χώρας, ενός διεθνούς κινήματος. Κάθε τοποθέτηση για τον Στάλιν εμπεριέχει γενικότερες πολιτικές εκτιμήσεις, εκτιμήσεις αντιπαραθέσεων, αντιλήψεων και τάσεων που αφορούν τάξεις, κράτη και μαζικά κινήματα όπου τα πρόσωπα καθοδηγούν, στηρίζουν ή αντιστέκονται. Να γιατί, μισό αιώνα μετά, το «ζήτημα Στάλιν» έχει και σήμερα ιδεολογική και πολιτική σημασία. Για παράδειγμα, οι «εύκολες» καθολικές καταδίκες του Στάλιν στην ουσία αποτιμούν αρνητικά όχι μόνο ένα πρόσωπο αλλά ολόκληρο το κομμουνιστικό κίνημα της περιόδου 1717-53 ή βασικές του επιλογές, αδιαφορούν για την επαναστατική άνοδο της εποχής εκείνης κλπ.
Στα χρόνια αυτά έγινε η πρώτη στην ιστορία προλεταριακή επανάσταση, που απέσπασε ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη από τον καπιταλισμό και βάλθηκε σε αντίξοες συνθήκες να οικοδομήσει μια άλλη κοινωνία, το σοσιαλισμό. Έγινε μπορετό να εξαπλωθεί το κομμουνιστικό κίνημα σε δεκάδες χώρες του κόσμου, μια διεθνής στρατιά για την ανατροπή του καπιταλισμού που έβαλε φωτιά σε αμέτρητα εθνικοαπελευθερωτικά, δημοκρατικά, αντιιμπεριαλιστικά κινήματα. Η σύγκρουση επανάστασης – αντεπανάστασης έγινε κομβικό ζήτημα στο διεθνή στίβο, αλλάζοντας και τον ίδιο τον καπιταλισμό, που υποχρεώθηκε να παραχωρήσει έδαφος. Αλλά ο καπιταλισμός αποπειράθηκε επίσης με το πιο αποκρουστικό του πρόσωπο, το φασισμό, να συντρίψει την επανάσταση, να λύσει τα αδιέξοδά του οδηγώντας σε ένα δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Οι τότε «φιλελεύθερες δημοκρατίες» δεν βρέθηκαν έξω από το παιχνίδι αυτό, ερωτοτρόπησαν με το φασισμό και τον αντικομμουνισμό του. Το τελικό όμως αποτέλεσμα ήταν μέσα από πρωτάκουστες θυσίες να ηττηθεί το εγχείρημα αυτό, να συρρικνωθεί ακόμα περισσότερο η έκταση του καπιταλισμού, να διευρυνθεί η ζώνη των χωρών όπου είχε εγκαθιδρυθεί λαϊκή εξουσία, να δυναμώσει το επαναστατικό κίνημα. Κι όμως τη στιγμή που το κομμουνιστικό κίνημα δείχνει πιο ισχυρό από ποτέ, έχουν δρομολογηθεί στο εσωτερικό του διαδικασίες μιας αντίστροφης πορείας, διαδικασίες εκφυλισμού του, εκφυλισμού των μεταβατικών κοινωνιών και συμβιβασμού με τον ιμπεριαλισμό, που τα απότοκά τους βιώνουμε σήμερα.

Να λοιπόν που στην αποτίμηση του Στάλιν μπαίνουμε αναγκαία σε ιστορικές εκτιμήσεις. Η άνοδος της επανάστασης στα μέσα του 20ου αιώνα δεν αντιμετωπίζεται από όλους ως άλμα για τους καταπιεζόμενους. Η αστική σκέψη προφανώς δεν συμφωνεί με αυτό. Αρνείται ότι ο καπιταλισμός ευθύνεται για το φασισμό και τον πόλεμο, αρνείται βέβαια το θετικό για τους λαούς χαρακτήρα της επαναστατικής ανόδου, αποδίδει στον κομμουνισμό μια εγκληματική φύση, ένα καθεστώς ανελευθερίας. Οι καταπιεζόμενοι καλά θα κάνουν να βολευτούν με τις «φιλελεύθερες δημοκρατίες», αν δεν υπήρχε κομμουνισμός δεν θα υπήρχε και φασισμός, που είναι περίπου το ίδιο πράγμα κοκ, απόψεις «βαθιές» και περισπούδαστες στις οποίες κολλάει μια χαρά ο «αρχιεγκληματίας» Στάλιν. Όχι τυχαία ο Στάλιν είναι η πλέον ασύμβατη με τα αστικά πρότυπα μορφή της προλεταριακής επανάστασης.

Για τις απ’ τα «αριστερά» καθολικές καταδίκες του Στάλιν τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Γιατί πρέπει ταυτόχρονα να συνταιριάξουν αυτή την καθολική καταδίκη με την ανοδική πορεία στα χρόνια 1923-53 (πράγμα που σε γενικές γραμμές δεν αμφισβητείται). Και εδώ αναδείχνονται τα αδιέξοδα αυτής της προβληματικής, που εγκλωβίζει τη σκέψη στο δίπολο «σταλινισμός» - αντισταλινισμός, δίπολο που ελάχιστη σχέση έχει με τις αντιθέσεις και τα ζητήματα που αναδείχτηκαν στην πορεία του διεθνούς προλεταριακού κινήματος εντός και εκτός ΕΣΣΔ στα χρόνια αυτά. Αλλά είναι αδύνατο να αποτιμηθεί όχι μόνο ο Στάλιν μα συνολικά το κίνημα αυτής της περιόδου χωρίς προσδιορισμούς που να αναδείχνουν (κι όχι να συσκοτίζουν σε κλισέ) τα ουσιαστικά ζητήματα και διλήμματα που τέθηκαν.

Οι Κινέζοι κομμουνιστές δεν ανήκαν στο στρατόπεδο των αντισταλινικών. Μετά τη «μυστική» αποκήρυξη του Στάλιν από το 20ο συνέδριο του ΚΚ Σ. Ένωσης («μυστική» αλλά έδωσαν την έκθεση στη CIA και από κει σε όλο τον κόσμο), το ΚΚ Κίνας ήταν κατεξοχήν το κόμμα που υπερασπίστηκε το Στάλιν, θεωρώντας θετική την κύρια πλευρά της συμβολής του στην υπόθεση της παγκόσμιας επανάστασης και του σοσιαλισμού. Κι όμως δεν άσκησε «λίγη» κριτική. Συνοψίζοντας την πείρα από την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη Σ. Ένωση και στην Κίνα, ξεκαθάρισε ότι η ταξική πάλη συνεχίζεται στην πορεία μετάβασης προς τον κομμουνισμό, κατηγορώντας για υποτίμηση αυτής της αλήθειας τον Στάλιν. Άσκησε κριτική στον διοικητισμό που εκφράστηκε στο σοβιετικό μοντέλο. Μίλησε για την αστική τάξη νέου τύπου που μπορεί να διαμορφωθεί μέσα στο ίδιο το κομμουνιστικό κόμμα και στο κράτος του προλεταριάτου. Ακριβώς η θετική αποτίμηση ως κύρια πλευρά του έργου του Στάλιν επέτρεψε στους Κινέζους κομμουνιστές να ασκήσουν την πιο βαθιά κριτική στα λάθη της «σοβιετικής σχολής».

Είναι, γι’ αυτό που το ΚΚ Κίνας εξαπέλυσε μια δεύτερη επανάσταση μέσα στην επανάσταση το 1966, τη Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση, όπου στο στόχαστρο βρέθηκε η διευθυντική γραφειοκρατία σε κράτος, εργοστάσια, πανεπιστήμια αλλά και στο ίδιο το κόμμα. Τεράστιες μάζες λαού, κυρίως νεολαίας και εργατών, διαδήλωσαν, άσκησαν κριτική και επιτέθηκαν σε όσους εκμεταλλεύονται τις θέσεις τους για την αύξηση της δικής τους ισχύος και όχι για την υπηρέτηση του λαού και της επανάστασης. Κατά ένα περίεργο τρόπο, οι κάθε είδους θιασώτες της απ’ τα «αριστερά» καταδίκης του «σταλινισμού», μαζί με τους κάθε είδους «αγιογράφους» του Στάλιν, δεν βρίσκουν κανένα ενδιαφέρον στη ΜΠΠΕ, αν δεν την καταδικάζουν κιόλας. Πραγματικά περίεργο!

Τα άλματα και οι αρνητικές πλευρές
Για να ξαναγυρίσουμε στα του Στάλιν, η κύρια πλευρά της συμβολής του είναι θετική γιατί απέναντι στα κύρια καθήκοντα και στρατηγικές μάχες που αναφέρθηκαν για τα χρόνια 1923-53, οι μπολσεβίκοι και το διεθνές επαναστατικό κίνημα κατάφεραν νίκες ιστορικής σημασίας για τους λαούς. Σε αυτή την πολυσύνθετη πορεία όπου ανοίχτηκαν απάτητα μονοπάτια για το διεθνές προλεταριάτο, υπήρξαν ταυτόχρονα σημαντικές αρνητικές πλευρές. Σε ένα βαθμό αυτές οφείλονταν σε αντικειμενικούς παράγοντες που επέβαλαν οι αντιξοότητες και το ανεξερεύνητο, ήταν δηλαδή «στο πρόγραμμα», και σε ένα άλλο βαθμό οφείλονταν σε σοβαρά λάθη υποκειμενικού χαρακτήρα. Οι πλευρές αυτές, δευτερεύουσες για εκείνη την ανοδική περίοδο ακριβώς γιατί ήταν ανοδική, θα γίνουν κυρίαρχες με την επικράτηση του ρεβιζιονισμού. Άρα υπάρχουν ευθύνες στην περίοδο Στάλιν για τη μετέπειτα αντίστροφη πορεία που εκφύλισε το κομμουνιστικό κίνημα.
Ανάμεσα στον τερματισμό του εμφύλιου και της ξένης επέμβασης στην επαναστατημένη Ρωσία και στον ολοκληρωτικό χιτλερικό πόλεμο ενάντια στην ΕΣΣΔ το 1941 μεσολαβούν λιγότερο από δυο δεκαετίες. Άρα η Σοβιετική Ένωση, μια μεταβατική κοινωνία, θα πρέπει να κριθεί για τα βήματά της σ’ αυτό το σύντομο διάστημα προς το σοσιαλισμό και απέναντι στο διεθνές κίνημα. Με δεδομένη την περικύκλωση και απομόνωση της ΕΣΣΔ, η καθυστερημένη Ρωσία μεταμορφώθηκε σε μια σύγχρονη χώρα που όχι μόνο έπαιξε τον καθοριστικό ρόλο στη υπερνίκηση του φασισμού, αλλά χτίστηκε το πρώτο προλεταριακό κράτος που αποτέλεσε φάρο ελπίδας για εκατομμύρια σε όλο τον κόσμο, σηκώνοντας ψηλότερα τη σημαία του κομμουνισμού.

Η περίφημη «στροφή» το 1929 έβαλε τις βάσεις της εκβιομηχάνισης και κολεκτιβοποίησης της γεωργίας, με κυρίως προλεταριοποίησε από πάνω μέχρι κάτω όλο τον κρατικό και παραγωγικό μηχανισμό. Σήμερα γνωρίζουμε ότι το να γίνει ένας προλετάριος διευθυντής εργοστασίου κλπ δεν σημαίνει ότι θα παραμείνει και αύριο προλετάριος στη συνείδηση και στα συμφέροντά του, ούτε η μονοπρόσωπη διεύθυνση είναι η προοπτική «κομμουνιστική» λύση. Αλλά αυτό δεν ακυρώνει το τεράστιο βήμα μπροστά που συνιστά η ίδια η προλεραριοποίηση. Εκτός κι αν γίνεται κριτική για την κριτική. Ας σημειωθεί εδώ ότι οι αντιπολιτεύσεις μέσα στο μπολσεβίκικο κόμμα, στις οποίες αναφέρονται σήμερα οι κάθε είδους «αριστεροί» κριτικοί του Στάλιν, δεν κατηγορούσαν την ανεπάρκεια του βήματος αλλά αντιτέθηκαν στο ίδιο το βήμα. Η πλειοψηφία μιας νεαρής εργατικής τάξης ρίχτηκε τότε με ενθουσιασμό σε μια μαζική, συλλογική, χωρίς υλικά κίνητρα προσπάθεια να χτιστεί ένας άλλος κόσμος. Ήταν μετά το ’29 που ουσιαστικά η εργατική δύναμη έπαψε να λογαριάζεται για εμπόρευμα. Ακόμη κι αν δεν έφτασε η «σταλινική» ΕΣΣΔ στην υλική αφθονία, από όλες τις άλλες πλευρές, την εκμετάλλευση, την καταπίεση, την αλλοτρίωση, ο σοβιετικός εργάτης ήταν σε πολύ καλύτερη θέση και απ’ αυτόν στις πιο προηγμένες χώρες της Δύσης, που επιπλέον εκείνη την περίοδο βυθιζόταν στην οικονομική κρίση. Αυτό ποτέ δεν αμφισβητήθηκε σοβαρά.

Στις αντιπαραθέσεις, ανοιχτές μα κυρίως έμμεσες, που ακολούθησαν και οδήγησαν εντέλει στην όξυνση και στην τρομοκρατία των χρόνων ’37-’38, βρέθηκε στο στόχαστρο ένα τμήμα του διευθυντικού στρώματος το οποίο είχε αναδειχτεί από όλη την εκβιομηχάνιση καθώς και από τη μεγένθυση του κόμματος και του κράτους. Είναι περίοδος έντασης των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών, που θέλουν να στρέψουν το ναζιφασισμό ενάντια στην ΕΣΣΔ, και η προετοιμασία της δεύτερης για την αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου γίνεται ζήτημα ζωής και θανάτου. Η πλειοψηφία όσων διώχτηκαν την περίοδο αυτή (πέρα από κουλάκους και πρώην εκμεταλλευτικά στοιχεία) ήταν αυτή η περιβόητη «νομενκλατούρα», κομματική, κρατική, διευθυντική. Αλλά η αντιπαράθεση παρέμεινε «κολοβή», χωρίς καθοδηγητική γραμμή ή με μια λαθεμένη γραμμή που, αρνιόταν ότι στην ΕΣΔ μπορούσαν να υπάρχουν ταξικές αντιθέσεις, οι στόχοι εντοπίζονταν ανάμεσα στους «σαμποταριστές», «κατασκόπους» κλπ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, με δεδομένο ακόμη τον κίνδυνο εκδήλωσης ενός πραξικοπήματος βοναπαρτικού χαρακτήρα (η υπόθεση του στρατάρχη Τουχατσέφσκι είναι ενδεικτική), να αποκτήσουν απαράδεκτα μεγάλη εξουσία οι μηχανισμοί ασφαλείας, των οποίων στελέχη έπεσαν σε δεύτερη φάση οι ίδιοι θύματα των διώξεων, για έλλειψη περιορισμού των στόχων. Η όλη κατάσταση ξέφυγε από μια στιγμή και μετά από κάθε έλεγχο και αξιοποιήθηκε για ξεκαθαρίσματα λογαριασμών κάθε είδους με βάση συσσωρευμένες αντιπαλότητες σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Ο κρατικισμός, σώμα ξένο προς τον κομμουνισμό, εντείνεται αυτή την περίοδο, θεωρητικοποιείται το 1939 στο 18ο συνέδριο από τον Στάλιν, και βέβαια «αντικειμενικά» θα κορυφωθεί στη διάρκεια του αντιφασιστικού πατριωτικού πολέμου. Δίπλα του θα ενταθούν φαινόμενα εθνικισμού όσο και διάφορες εκφάνσεις της αστικής ιδεολογίας και πρακτικής στο επίπεδο του εποικοδομήματος. Αυτές οι αρνητικές καταστάσεις θα αποτελέσουν τον κύριο σύμμαχο του ρεβιζιονισμού και των ανώτερων στρωμάτων που εξέφραζε όταν αυτά μετά τον θάνατο του Στάλιν θα βάλουν πλώρη για το «ξεκαθάρισμα του τοπίου».

Η «αποσταλινοποίηση» σαν άρνηση της επανάστασης
Αρχές δεκαετίας του ’50 κι ενώ η ισχύς και το κύρος του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, των αριστερών ιδεών και του επαναστατικού κινήματος διεθνώς είναι μεγαλύτερο από ποτέ, έχουν διαμορφωθεί καταστάσεις, κυρίως από την περίοδο του αντιφασιστικού αγώνα, που απαιτούσαν το ξεκαθάρισμα ό,τι αρνητικού, σκουριασμένου σωρεύτηκε στην τιτάνια αυτή προσπάθεια. Απαιτούσαν την ουσιαστική συζήτηση και τον επανακαθορισμό των στόχων του προλεταριακού κινήματος με βάση τα νέα δεδομένα, που ήταν ριζικά διαφορετικά από τα προπολεμικά. Δεν πρόκειται για μια εύκολη «εκ των υστέρων» άποψη, αλλά για απαίτηση που εκφράστηκε και την εποχή εκείνη σε πολλά κομμουνιστικά κινήματα (και στο ελληνικό). Το ξεκαθάρισμα αυτό δεν έγινε και αντίθετα κυριάρχησε μια ορισμένη στασιμότητα. Δεν έγινε ούτε στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ (με την κινητοποίηση των μαζών, που άλλωστε στήριζαν ακόμα ολόψυχα το καθεστώς) ούτε στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Για τη στασιμότητα αυτή έχει μεγάλες ευθύνες προσωπικά ο ίδιος ο Στάλιν, και αποτελεί ίσως το πιο μεγάλο και αδικαιολόγητο από τα λάθη του. Ιδιαίτερα οι αρνητικές πλευρές στις σχέσεις ΚΚΣΕ και άλλων κομμουνιστικών κομμάτων κατά την περίοδο Στάλιν έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη μετέπειτα αντίστροφη πορεία. Αυτό αναδείχτηκε και από την κριτική που ασκήθηκε αργότερα από το ελλαδικό αντιρεβιζιονιστικό κίνημα και τη σημαντικότερη μορφή του, τον Γιάννη Χοντζέα.

Αφού δεν έγινε αυτό το ξεκαθάρισμα και ο επανακαθορισμός στόχων, η «αποσταλινοποίηση» που ακολούθησε από τους ρεβιζιονιστές δεν αποτελούσε διόρθωση των λαθών, αλλά στο όνομα υπαρκτών και ανύπαρκτων λαθών και με την κατασυκοφάντηση του ίδιου του Στάλιν επιχειρήθηκε η ακύρωση της μέχρι τότε πορείας. Η μη ανάδειξη αυτής της ακύρωσης και δεξιότατης ρεβιζιονιστικής στροφής από τους «αριστερούς» κριτικούς του «σταλινισμού» αποτελεί την καλύτερη απόδειξη για το λαθεμένο και δεξιό χαρακτήρα της κριτικής τους. Γιατί από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 η πολιτική των σοβιετικών αλλά και ενός μεγάλου τμήματος του κομμουνιστικού κινήματος δεν χαρακτηριζόταν πλέον απλώς από λάθη σε μια γενικά επαναστατική κατεύθυνση, αλλά από την άρνηση αυτής της ίδιας της επανάστασης, την αναθεώρηση των αρχών της και των αρχών του μαρξισμού. Η κυριαρχία του αναθεωρητισμού (ρεβιζιονισμού) συνιστούσε μια μεγάλη δεξιά στροφή. Η στροφή αυτή στην ΕΣΣΔ μεταφραζόταν σε έναν συμβιβασμό με τον ιμπεριαλισμό, ενώ συνολικά στην ΕΣΣΔ και στις χώρες με λαϊκή εξουσία μεταφραζόταν επίσης σε παραχωρήσεις προς τις δυνάμεις της αγοράς και πισωγυρίσματα στον καπιταλισμό (με την κατάρρευση του ’89-’91 ζήσαμε μονάχα την τελευταία πράξη του έργου). Στα ρεβιζιονιστικά κομμουνιστικά κόμματα που δρούσαν σε καπιταλιστικές χώρες μεταφραζόταν στη μετατροπή τους σε μεταρρυθμιστικές δυνάμεις. Αυτή η δεξιότατη στροφή έγινε υπό το πρόσημο μιας «αποσταλινοποίησης», που ελάχιστα επιτέθηκε στα πραγματικά λάθη της περιόδου Στάλιν και αντίθετα επιτέθηκε στις επαναστατικές πλευρές της πολιτικής του. Έτσι, το «ζήτημα Στάλιν», η υπεράσπιση του Στάλιν από τα κόμματα που έμειναν πιστά στην προοπτική της επανάστασης, έγινε σημαντικότατο πολιτικό και ιδεολογικό ζήτημα. Αυτό δεν τα εμπόδισε να ασκήσουν την πιο βαθιά κριτική στην περίοδο εκείνη.

Παρ’ όλα τα λάθη, μικρά και μεγάλα, αντικειμενικού ή υποκειμενικού χαρακτήρα, ο Στάλιν στάθηκε αδιάλλακτος πολέμιος του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού, συντάχθηκε με την πλευρά της εργατικής τάξης και της Αριστεράς των μπολσεβίκων σε όλες τις αντιπαραθέσεις, με τη δική του καθοδήγηση και ηγεσία καταχτήθηκαν η μια μετά την άλλη απάτητες κορυφές, και μέχρι το τέλος της ζωής του στήριξε με συνέπεια αυτό που μέχρι τότε είχε κατακτηθεί από τους μπολσεβίκους σαν δρόμος της παγκόσμιας επανάστασης. Συγκαταλέγεται για αυτό ανάμεσα στους μεγάλους επαναστάτες κομμουνιστές του 20ου αιώνα. Η παραδοχή αυτής της αλήθειας είναι αναγκαία για την εξαγωγή της θετικής και αρνητικής πείρας του κομμουνιστικού κινήματος εκείνης της περιόδου, για την πιο βαθιά και ουσιαστική κριτική στις αρνητικές πλευρές. Χωρίς την παραδοχή αυτή, η κριτική περισσότερο συσκοτίζει παρά φωτίζει τα πράγματα, περνά θελημένα ή άθελα στο αντίπαλο στρατόπεδο.

Ιδεολογική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Ελλάδας

Η κριτική των Κινέζων Κομμουνιστών

Εφημερίδα «Αριστερά!» φ. 117, (22/3/2003)

Το ΚΚ Κίνας υπερασπίστηκε το Στάλιν απέναντι στις δεξιές και ανέντιμες επιθέσεις των ρεβιζιονιστών. Αυτό δεν εμπόδισε το ΚΚΚ να ασκήσει αυστηρή κριτική για την περίοδο εκείνη.

«Κατά την αντιμετώπιση ορισμένων προβλημάτων, ως προς τη μέθοδο σκέψης, ο Στάλιν απομακρύνθηκε από το διαλεχτικό υλισμό και έπεσε στη μεταφυσική και στον υποκειμενισμό, και γι’ αυτό του συνέβηκε μερικές φορές να απομακρυνθεί από την πραγματικότητα και να αποσπαστεί από τις μάζες. Στους αγώνες που διεξήγαγε, τόσο μέσα στο κόμμα όσο κι έξω, δεν ξεχώρισε, σε ορισμένες στιγμές και σε ορισμένα προβλήματα, τις δυο κατηγορίες των αντιθέσεων διαφορετικού χαρακτήρα –των αντιθέσεων ανάμεσα στον εχθρό και σε μας και των αντιθέσεων ανάμεσα στο λαό- όπως και τις διαφορετικές μεθόδους για τη λύση αυτών των δύο κατηγοριών αντιθέσεων. Το έργο της εκκαθάρισης της αντεπανάστασης, που άρχισε με την καθοδήγησή του, επέτρεψε να τιμωρηθούν όπως τους ταίριαζε πολλά αντεπαναστατικά στοιχεία, που έπρεπε να τιμωρηθούν. Ωστόσο, μαζί μ’ αυτά τα στοιχεία καταδικάστηκαν άδικα και τίμιοι άνθρωποι, και έτσι ο Στάλιν διέπραξε το σφάλμα να διευρύνει τα πλαίσια της καταστολής στα 1937 και στα 1938. Στις οργανώσεις του κόμματος και στους κρατικούς οργανισμούς, ο Στάλιν δεν εφάρμοσε πλήρως και ολοκληρωτικά το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό του προλεταριάτου, ή τον παραβίασε ως ένα βαθμό. Σφάλματα διέπραξε και στις σχέσεις ανάμεσα στα αδελφά κόμματα και ανάμεσα στις αδελφές χώρες. Και ακόμα, διατύπωσε μέσα στους κόλπους του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος ορισμένες εσφαλμένες συμβουλές. Όλα αυτά τα σφάλματα προκάλεσαν ζημιές στη Σοβιετική Ένωση και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.

Τόσο οι υπηρεσίες που πρόσφερε ο Στάλιν στη ζωή του όσο και τα σφάλματα που διέπραξε είναι αντικειμενικά ιστορικά γεγονότα. Αν συγκρίνουμε τις υπηρεσίες με τα σφάλματά του, υπερισχύουν οι υπηρεσίες. Γιατί στη δραστηριότητά του Στάλιν το κύριο είναι το θετικό έργο, ενώ τα σφάλματα κατέχουν δευτερεύουσα θέση [...]

Κατά την προσπάθειά μας να γνωρίσουμε και να κρίνουμε σωστά τα σφάλματα του Στάλιν και να τα ξεπεράσουμε, πρέπει να διαφυλάξουμε ό,τι ουσιαστικό υπήρχε στη ζωή του, να διαφυλάξουμε το μαρξισμό – λενινισμό που αυτός υπερασπίστηκε και ανέπτυξε».

«Για το ζήτημα Στάλιν»
(Άρθρο της Λαϊκής Ημερησίας
και της Κόκκινης Σημαίας 6/9/1963).


Διαβάστε:

«15 χρόνια από το θάνατο του Στάλιν», Οργάνωση Μαρξιστών – Λενινιστών Ελλάδας, 1968 (επανέκδοση των εκδόσεων Α/συνέχεια).

«Ρεβιζιονισμός, παλινόρθωση, Νέα Τάξη Πραγμάτων» από τις εκδόσεις Α/συνέχεια, σελ. 57-65.