(5 Ιανουαρίου 1930)
Το κείμενο αυτό είναι μια επιστολή που έγραψε ο σ. Μάο Τσε – τουνγκ για να κριτικάρει ορισμένες πεσιμιστικές αντιλήψεις που υπήρχαν τότε στο Κόμμα. Όλο το κείμενο και τα σχόλια είναι από την έκδοση "Μάο Τσε Τουνγκ, εκλογή έργων 1926-1937" Ιστορικές Εκδόσεις Αθήνα 1967. Μετάφραση Κ. Γεωργίου - Ρ. Οικονόμου.Ορισμένοι σύντροφοί μας μέσα στο Κόμμα, δεν κρίνουν με ορθό τρόπο την τρέχουσα κατάσταση και δεν αντιλαμβάνονται σωστά τη γραμμή δράσης που απορρέει απ’ αυτή. Αν και οι σύντροφοι αυτοί πιστεύουν, πως είναι αναπόφευκτη μια επαναστατική πλημμυρίδα, δεν πιστεύουν πως είναι άμεσα επικείμενη. Γι’ αυτό, δεν επιδοκιμάζουν την κατάληψη του Κιανγκσί και επιδοκιμάζουν μόνο την οργάνωση ανταρτικών επιδρομών στην μεθοριακή περιοχή των επαρχιών Φουκιέν, Κβαντούνγκ και του Κιανγκσί. Ταυτόχρονα, καθώς δεν αντιλαμβάνονται βαθιά τι σημαίνει να εγκαθιδρύσουμε κόκκινη πολιτική εξουσία στις αντάρτικες περιοχές, οι σύντροφοι αυτοί δεν αντιλαμβάνονται βαθιά την ιδέα της επιτάχυνσης της επαναστατικής πλημμυρίδας σε πανεθνική κλίμακα με την εδραίωση και την εξάπλωση της κόκκινης πολιτικής εξουσίας. Νομίζουν φαίνεται πως αφού η επαναστατική πλημμυρίδα είναι ακόμα μακριά, θα είναι χαμένος κόπος να προσπαθήσουμε να εγκαθιδρύσουμε πολιτική εξουσία με σκληρή δουλειά. Αντίθετα, θέλουν να εξαπλώσουμε την πολιτική επιρροή μας με την ευκολότερη μέθοδο της δράσης των μετακινούμενων ανταρτών, και, όταν θα έχουμε κερδίσει ή θα έχουμε κερδίσει ως κάποιο βαθμό τις μάζες σε όλη την χώρα, θέλουν να εξαπολύσουμε μια πανεθνική ένοπλη εξέγερση που, με τη συμμετοχή του Κόκκινου Στρατού, θα γίνει μια μεγάλη πανεθνική επανάσταση.
Η θεωρία τους, ότι πρέπει πρώτα να κερδίσουμε τις μάζες σε πανεθνική κλίμακα και σε όλες τις περιοχές και ύστερα να εγκαθιδρύσουμε πολιτική εξουσία, δεν είναι σύμφωνη με τη σημερινή κατάσταση της κινέζικης επανάστασης. Η θεωρία αυτή πηγάζει κυρίως από την αδυναμία να κατανοήσουν καθαρά ότι η Κίνα είναι μια μισοαποικιακή χώρα που γι’ αυτήν αντιμάχονται πολλές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Όταν το καταλάβει κανείς καλά αυτό, γιατί μόνο στην Κίνα υπάρχει το ασυνήθιστο φαινόμενο του μακρόχρονου και περίπλοκου πολέμου μέσα στις κυρίαρχες τάξεις, γιατί ο πόλεμος αυτός γίνεται συνεχώς πιο άγριος και εξαπλώνεται περισσότερο και γιατί δεν υπήρξε ποτέ ένα ενιαίο καθεστώς. Δεύτερο, θα καταλάβει τη μεγάλη σοβαρότητα του αγροτικού προβλήματος και κατά συνέπεια, γιατί οι αγροτικές εξεγέρσεις έχουν πάρει σήμερα μια πλατειά ανάπτυξη σ’ όλη τη χώρα. Τρίτο, θα καταλάβει πόσο σωστό είναι το σύνθημα για δημοκρατική πολιτική εξουσία των εργατών και των αγροτών. Τέταρτο, θα καταλάβει ένα άλλο ασυνήθιστο φαινόμενο, που και αυτό δεν υπάρχει έξω από την Κίνα, και το οποίοι είναι συνέπεια του πρώτου (ότι μόνο στην Κίνα υπάρχει ο μακρόχρονος και περίπλοκος πόλεμος μέσα στις κυρίαρχες τάξεις), συγκεκριμένα, την ύπαρξη και την ανάπτυξη του Κόκκινου Στρατού και των αντάρτικων δυνάμεων, και μαζί μ’ αυτούς την ύπαρξη και την ανάπτυξη των μικρών κόκκινων περιοχών, που είναι περικυκλωμένες από το αντεπαναστατικό καθεστώς. Πέμπτο, θα καταλάβει ότι στη μισοαποικιακή Κίνα, η εδραίωση και η ανάπτυξη του Κόκκινου Στρατού, των αντάρτικων δυνάμεων και των κόκκινων περιοχών, είναι η ανώτατη μορφή του αγώνα των αγροτών κάτω από την ηγεσία του προλεταριάτου, το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της ανάπτυξης του αγώνα των μισοαποικιακών αγροτών και, αναμφίβολα, ο σημαντικότερος παράγοντας στην επιτάχυνση της επαναστατικής πλημμυρίδας σε όλη τη χώρα. Και, έκτο, θα καταλάβει ακόμα πως η πολιτική που καλεί μόνο για δράση μετακινούμενων ανταρτών δεν μπορεί να εκπληρώσει το καθήκον της επιτάχυνσης αυτής της πανεθνικής επαναστατικής πλημμυρίδας, ενώ το είδος της πολιτικής που υιοθέτησαν ο Τσου Τεχ και ο Μάο Τσε – τουνγκ, καθώς και ο Φανγκ Τσιχ – μιν (1) δηλαδή, η πολιτική της δημιουργίας περιοχών βάσεων ερεισμάτων, της συστηματικής εγκαθίδρυσης πολιτικής εξουσίας, του βαθέματος της αγροτικής επανάστασης, την ανάπτυξης των ένοπλων δυνάμεων του λαού με μια μελετημένη διαδικασία, της δημιουργίας πρώτα της Κόκκινης Πολιτοφυλακής των κοινοτήτων, κατόπιν της Κόκκινης Πολιτοφυλακής των περιοχών, ύστερα των τοπικών στρατευμάτων του Κόκκινου Στρατού, μέχρι τη δημιουργία του τακτικού Κόκκινου Στρατού, της επέκτασης της πολιτικής εξουσίας προελαύνοντας κατά αλλεπάλληλα κύματα κλπ – είναι αναμφίβολα σωστή. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να εμπνεύσουμε την εμπιστοσύνη στις επαναστατικές μάζες της χώρας, όπως το έχει κάνει η Σοβιετική Ένωση σε όλο τον κόσμο. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε τρομερές δυσκολίες στις αντιδραστικές άρχουσες τάξεις, να κλονίσουμε τα θεμέλιά τους και να επιταχύνουμε της εσωτερική τους αποσύνθεση. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε πραγματικά να δημιουργήσουμε έναν Κόκκινη Στρατό, που θα γίνει το κύριο όπλο για τη μεγάλη επανάσταση στο μέλλον. Με λίγα λόγια, μόνο έτσι θα μπορέσουμε να επισπεύσουμε την επαναστατική πλημμυρίδα.
Οι σύντροφοι που πάσχουν από επαναστατική ορμητικότητα, υπερεκτιμούν υπερβολικά τις υποκειμενικές δυνάμεις της επανάστασης (2) και υποτιμούν τις δυνάμεις της αντεπανάστασης. Μια τέτοια εκτίμηση πηγάζει κυρίως από τον υποκειμενισμό. Τελικά, αυτό οδηγεί οπωσδήποτε στον πραξικοπηματισμό. Από την άλλη πλευρά, η υποτίμηση των υποκειμενικών δυνάμεων της επανάστασης και η υπερεκτίμηση των δυνάμεων της αντεπανάστασης αποτελεί κι αυτό μια λαθεμένη εκτίμηση και είναι βέβαιο, πως θα έχει ενός άλλου είδους άσχημα αποτελέσματα. Γι’ αυτό, για να κρίνουμε την πολιτική κατάσταση στην Κίνα είναι απαραίτητο να καταλάβουμε τα παρακάτω:
1. Αν και οι υποκειμενικές δυνάμεις της επανάστασης στην Κίνα είναι τώρα αδύνατες, το ίδιο αδύνατες είναι και όλες οι οργανώσεις (όργανα πολιτικής εξουσίας, ένοπλες δυνάμεις, πολιτικά κόμματα κλπ) των αντιδραστικών κυρίαρχων τάξεων, που μένουν, όπως και αυτές, στην καθυστερημένη και εύθραυστη κοινωνική οικονομική συγκρότηση της Κίνας. Αυτό μας βοηθάει να εξηγήσουμε, γιατί η επανάσταση δεν μπορεί να ξεσπάσει ταυτόχρονα στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, όπου, αν και οι υποκειμενικές δυνάμεις της επανάστασης είναι τώρα ίσως κάπως ισχυρότερες παρά στην Κίνα, οι δυνάμεις των αντιδραστικών κυρίαρχων τάξεων είναι πολλές φορές ισχυρότερες παρά στην Κίνα. Και αυτό βοηθάει ακόμη να εξηγήσουμε γιατί η επανάσταση, θα προχωρήσει σίγουρα, γρηγορότερα σε μια πλημμυρίδα στην Κίνα, γιατί, αν και οι υποκειμενικές δυνάμεις της επανάστασης στην Κίνα είναι σήμερα αδύνατες, ωστόσο και οι δυνάμεις της αντεπανάστασης είναι και αυτές σχετικά αδύνατες.
2. Οι υποκειμενικές δυνάμεις της επανάστασης πραγματικά είχαν πολύ εξασθενίσει μετά την ήττα της επανάστασης το 1927. Οι δυνάμεις που απέμειναν είναι πολύ μικρές και οι σύντροφοι εκείνοι που κρίνουν μόνον επιφανειακά, αισθάνονται φυσικά απαισιόδοξα. Αλλά αν κρίνουμε κατά λάθος τα πράγματα, η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική. Εδώ, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ένα παλιό κινέζικο ρητό: «Μια μονάχα σπίθα μπορεί ν’ ανάψει φωτιά σ’ όλον τον κάμπο». Με άλλα λόγια, αν και οι δυνάμεις μας σήμερα είναι μικρές, θα μεγαλώσουν πολύ γρήγορα. Στις συνθήκες που επικρατούν στην Κίνα, όχι μόνο είναι δυνατή η ανάπτυξή του, αλλά πραγματικά είναι αναπόφευκτη, όπως το έχουν αποδείξει πέρα για πέρα το Κίνημα της 30ης Μάη και η Μεγάλη Επανάσταση που ακολούθησε. Όταν παρατηρούμε ένα πράγμα, πρέπει να εξετάζουμε την ουσία του και να θεωρούμε την εξωτερική του εκδήλωση σαν ένα οδηγό κατά μήκος του δρόμου που οδηγεί στο κατώφλι, γιατί πέρα απ’ αυτό βρίσκεται η ουσία του πράγματος. Αυτή είναι η μόνη σίγουρη και επιστημονική μέθοδος ανάλυσης των πραγμάτων.
3. Το ίδιο, όταν εκτιμάμε τις αντεπαναστατικές δυνάμεις, δεν πρέπει ποτέ να βλέπουμε μόνο την εξωτερική τους μορφή, αλλά να εξετάζουμε την ουσία τους. Στην αρχική περίοδο της ύπαρξης της επαναστατικής βάσης μας, στη μεθοριακή περιοχή του Χουνάν-Γιανγκσί, μερικοί σύντροφοι πίστευαν αληθινά στη λαθεμένη εκτίμηση που έκανε η Επιτροπή Περιοχής του Χουνάν και θεωρούσαν πως ο ταξικός εχθρός δεν αξίζει πεντάρα. Οι δυο χαρακτηρισμοί «τρομερά εξασθενημένος» και «τρομερά πανικοβλημένος» που φαίνονται σήμερα σαν αστεία, χρησιμοποιήθηκαν από την Επιτροπή Περιοχής του Χουνάν εκείνον τον καιρό (από τον Μάϊο ως τον Ιούνιο του 1928) για την εκτίμηση του κυβερνήτη του Χουνάν Λου Τι - μίνγκ(3) . Μια τέτοια εκτίμηση οδηγεί αναγκαστικά στον πραξικοπημαστισμό, στη σφαίρα της πολιτικής. Αλλά κατά τη διάρκεια των τεσσάρων μηνών από το Νοέμβριο εκείνου του χρόνου ως το Φεβρουάριο του 1929 (που πριν από τον πόλεμο ανάμεσα στον Τσανγκ Κάι – σεκ και τους μιλιταριστές του Κουανγκσί) (4) όταν η τρίτη «κοινή εκστρατεία καταστολής» (5) που έκανε ο εχθρός, πλησίαζε στα βουνά του Τσινγκ – κανγκ, μερικοί σύντροφοι έθεταν το ερώτημα «Για πόσο καιρό μπορούμε να κρατήσουμε την Κόκκινη Σημαία να κυματίζει;» Πραγματικά, ο αγώνας στην Κίνα μεταξύ της Βρετανίας, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ιαπωνίας πήρε από τότε εντελώς ανοιχτή μορφή και άρχιζε να διαμορφώνεται μια κατάσταση περίπλοκου πολέμου μεταξύ του Τσανγκ Κάι – σεκ, της κλίκας του Κβανγκσί και του Φενγκ Γιου – χσιάνγκ. Τότε ήταν πραγματικά ο καιρός, όπου η αντεπαναστατική παλίρροια, άρχιζε να γίνεται αμπώτιδα και η επαναστατική παλίρροια άρχισε πάλι να ανεβαίνει. Αλλά οι απαισιόδοξες ιδέες βρίσκονταν όχι μόνο στον Κόκκινο Στρατό αλλά και στις τοπικές κομματικές οργανώσεις. Ακόμη και η Κεντρική Επιτροπή είχε παρασυρθεί από την επιφανειακή όψη των πραγμάτων και είχε υιοθετήσει μια απαισιόδοξη άποψη. Η επιστολή του Φεβρουαρίου της Κεντρικής Επιτροπής είναι απόδειξη της απαισιόδοξης εκτίμησης που έγινε στο κόμμα εκείνο τον καιρό.
4. Η παρούσα αντικειμενική κατάσταση είναι τόσο περίπλοκη ώστε, οι σύντροφοι που βλέπουν μόνο την επιφάνεια των πραγμάτων και όχι την ουσία, υπάρχει κίνδυνος να κάνουν λάθος. Ειδικά, όταν οι σύντροφοί μας, που εργάζονται στον Κόκκινο Στρατό νικιούνται στη μάχη ή περικυκλώνονται ή καταδιώκονται από ισχυρές δυνάμεις του εχθρού, κάνουν λάθος όταν γενικεύουν και υπερβάλλουν τη στιγμιαία, ειδική και περιορισμένη κατάσταση τους, όταν η κατάσταση στην Κίνα και σ’ ολόκληρο τον κόσμο δεν είναι τέτοια ώστε να δικαιολογεί την απαισιοδοξία και να κλονίζει την πεποίθηση για τη νίκη της παγκόσμιας επανάστασης. Ο λόγος που οι σύντροφοι αυτοί στις παρατηρήσεις τους πιάνουν την επιφάνεια των πραγμάτων και απορρίπτουν την ουσία τους, είναι πως δεν έχουν κάνει μια επιστημονική ανάλυση της ουσίας της γενικής κατάστασης. Το ζήτημα αν θα έρθει γρήγορα μια επαναστατική πλημμυρίδα στην Κίνα, μπορούμε να το λύσουμε μόνο κάνοντας μια λεπτομερειακή εξέταση για να εξακριβώσουμε αν οι αντιθέσεις που οδηγούν σε μια επαναστατική πλημμυρίδα βρίσκονται πραγματικά σε ανάπτυξη. Μια και σήμερα οι αντιθέσεις στον κόσμο ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές χώρες, ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές χώρες και τις αποικίες τους, και ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές και το προλεταριάτο μέσα στις χώρες τους, βρίσκονται σε πλήρη ανάπτυξη υπάρχει επιτακτική ανάγκη για τους ιμπεριαλιστές ν’ ανταγωνίζονται για την κυριαρχία της Κίνας. Όσο ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός για την Κίνα γίνεται περισσότερο έντονος, τόσο η αντίθεση μεταξύ του ιμπεριαλισμού και ολόκληρου του κινέζικου έθνους, καθώς και οι αντιθέσεις μεταξύ αυτών των ίδιων των ιμπεριαλιστών, θα αναπτύσσονται ταυτόχρονα πάνω στο Κινέζικο έδαφος. Και αυτό δημιουργεί τον περίπλοκο πόλεμο που απλώνεται και εκτείνεται καθημερινά και μεγαλώνει τη συνεχή ανάπτυξη των αντιθέσεων ανάμεσα στις διάφορες κλίκες των αντιδραστικών κυβερνητών της Κίνας. Η ανάπτυξη των αντιθέσεων ανάμεσα στις αντιδραστικές κυβερνητικές κλίκες –ο περίπλοκος πόλεμος μεταξύ των μιλιταριστών- συνεπάγεται την όλο και πιο βαριά φορολογία, που οξύνει συνεχώς την αντίθεση μεταξύ των πλατειών μαζών των φορολογουμένων και των αντιδραστικών κυβερνητών. Η ανάπτυξη της αντίθεσης μεταξύ του ιμπεριαλισμού και της εθνικής βιομηχανίας της Κίνας, εμποδίζει τους Κινέζους βιομήχανους να εξασφαλίσουν παραχωρήσεις από τους ιμπεριαλιστές, πράγμα που οξύνει την αντίθεση μεταξύ της Κινέζικης αστικής τάξης και της Κινέζικης εργατικής τάξης, γιατί οι Κινέζοι καπιταλιστές προσπαθούν να βρουν διέξοδο με την ξέφρενη εκμετάλλευση των εργατών, ενώ οι εργάτες προβάλλουν αντίσταση. Η ανάπτυξη της ιμπεριαλιστικής εμπορικής εισβολής των Κινέζων εμπορο-καπιταλιστικών εκβιαστών αρπαγών, της βαριάς κυβερνητικής φορολογίας, κλπ, προκαλεί την όξυνση της αντίθεσης μεταξύ της τάξης των γαιοκτημόνων και της αγροτιάς, δηλαδή, η εκμετάλλευση με το μίσθωμα και την τοκογλυφία έχει ενταθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό και το μίσος των αγροτών κατά των γαιοκτημόνων μεγαλώνει. Εξ αιτίας της πίεσης των ξένων εμπορευμάτων, της εξάντλησης της αγοραστικής δύναμης των εργατικών και των αγροτικών μαζών και της αύξησης της κυβερνητικής φορολογίας, οι έμποροι των κινέζικων προϊόντων και οι ανεξάρτητοι παραγωγοί οδηγούνται όλο και περισσότερο στη χρεοκοπία. Εξαιτίας του γεγονότος πως η αντιδραστική κυβέρνηση αν και οι προμήθειες και τα χρήματα είναι λίγα, εξαπλώνει ατέλειωτα το στρατό της και απλώνει συνεχώς τον πόλεμο, οι μάζες των στρατιωτών βρίσκονται σε μια μόνιμη κατάσταση στέρησης. Εξαιτίας της αύξησης της κυβερνητικής φορολογίας, της αύξησης του ενοικίου, και του τόκου που απαιτούν οι γαιοκτήμονες και της καθημερινής εξάπλωσης των καταστροφών του πολέμου, υπάρχει παντού λοιμός και ληστεία και οι μάζες των αγροτών και οι φτωχοί κάτοικοι των πόλεων με δυσκολία κρατιούνται ζωντανοί. Επειδή τα σχολειά δεν έχουν χρήματα, πολλοί σπουδαστές φοβούνται ότι η εκπαίδευσή τους μπορεί να διακοπεί. Επειδή η παραγωγή έχει πέσει πολύ χαμηλά, πολλοί διπλωματούχοι δεν έχουν ελπίδα απασχόλησης. Όταν καταλάβουμε όλες αυτές τις αντιθέσεις, θα δούμε σε πια απελπιστική κατάσταση, σε τι χαόδικη θέση, βρίσκεται η Κίνα. Θα δούμε ακόμη ότι η μεγάλη πλημμυρίδα της επανάστασης ενάντια στους ιμπεριαλιστές, τους στρατοκράτες και τους γαιοκτήμονες, είναι αναπόφευκτη και θα έρθει πολύ γρήγορα. Όλη η Κίνα είναι στρωμένη με τα ξερά δεμάτια που γρήγορα θα πάρουν φωτιά. Το ρητό «μια μόνο σπίθα μπορεί ν’ ανάψει φωτιά σ’ όλον τον κάμπο» είναι κατάλληλη περιγραφή για το πως θα εξελιχθεί η σημερινή κατάσταση. Αρκεί μόνο να ρίξουμε μια ματιά στις απεργίες των εργατών, στις εξεγέρσεις των αγροτών, στις ανταρσίες των στρατιωτών και στις απεργίες των σπουδαστών που αναπτύσσονται συνεχώς σε πολλά μέρη, για να δούμε πως δεν είναι μακριά ο καιρός όπου μια «σπίθα θ’ ανάψει φωτιά σ’ όλον τον κάμπο».
Η ουσία των παραπάνω έχει δοθεί ήδη στην επιστολή της Επιτροπής του Μετώπου προς την Κεντρική Επιτροπή, της 5ης Απριλίου 1929, που σ’ ένα μέρος της διαβάζουμε:
Η επιστολή της Κεντρικής Επιτροπής (με ημερομηνία 9 Φεβρουαρίου 1929) κάνει μια πολύ απαισιόδοξη εκτίμηση της αντικειμενικής κατάστασης και των υποκειμενικών μας δυνάμεων. Με τις εκστρατείες «καταστολής» που έκανε το Κουόμιτανγκ εναντίον της Οροσειράς Τσινγκάνγκ, η αντεπαναστατική παλίρροια έφτασε στην ανώτατη στάθμη της. Αλλά η παλίρροια αυτή σταμάτησε εκεί και από τότε η αντεπαναστατική παλίρροια υποχωρεί σιγά-σιγά, ενώ φουσκώνει σιγά-σιγά η επαναστατική παλίρροια. Αν και η μαχητική ικανότητα του κόμματός μας και η οργανωτική δύναμή του έχουν εξασθενίσει στην έκταση που περιγράφεται από την Κεντρική Επιτροπή, γρήγορα θα αποκατασταθούν και η παθητικότητα ανάμεσα στους συντρόφους μέσα στο Κόμμα θα εξαφανιστεί αμέσως, καθώς η αντεπαναστατική παλίρροια θα μεταβάλλεται σιγά-σιγά σε αμπώτιδα. Οι μάζες σίγουρα θα έρθουν με μας. Η πολιτική των σφαγών που εφαρμόζει το Κουόμιτανγκ καταλήγει μόνο στο «να σπρώξει το ψάρι στα βαθιά νερά» (6) όπως λέει το ρητό, και ο ρεφορμισμός δεν έχει πια καμιά απήχηση στις μάζες. Είναι βέβαιο πως γρήγορα οι μάζες θα αποβάλλουν τις αυταπάτες τους για το Κουόμιτανγκ. Στην κατάσταση που δημιουργείται, κανένα άλλο κόμμα δεν είναι ικανό ν’ ανταγωνιστεί το κομμουνιστικό κόμμα στην κατάκτηση των μαζών. Η πολιτική γραμμή και η οργανωτική γραμμή που εχάραξε το Έκτο Εθνικό Συνέδριο του Κόμματος (7) είναι ορθή, δηλαδή, η επανάσταση στο σημερινό στάδιό της είναι δημοκρατική και όχι σοσιαλιστική, και το σημερινό καθήκον του κόμματος (εδώ πρέπει να προστεθούν οι λέξεις «στις μεγάλες πόλεις») (8) είναι να κερδίσουμε τις μάζες και όχι να κάνουμε άμεσες εξεγέρσεις. Άλλωστε, η επανάσταση θα αναπτυχθεί γρήγορα και θα πρέπει να πάρουμε θετική στάση στην προπαγάνδα μας και στις προετοιμασίες μας για ένοπλες εξεγέρσεις. Μόνον, παίρνοντας μια θετική στάση, μπορεί το κόμμα να ξαναβρεί τη μαχητική ικανότητά του ... Η προλεταριακή ηγεσία είναι το μόνο κλειδί για τη νίκη στην επανάσταση. Η οικοδόμηση μιας προλεταριακής βάσης για το κόμμα και η δημιουργία κομματικών πυρήνων στις βιομηχανικές επιχειρήσεις στα ζωτικά διαμερίσματα, είναι σήμερα σημαντικά οργανωτικά καθήκοντα για το κόμμα. Ταυτόχρονα όμως, οι μεγάλες προϋποθέσεις για την ενίσχυση του αγώνα, μέσα στις πόλεις και την επίσπευση του ανεβάσματος της επαναστατικής παλίρροιας είναι, ειδικά η ανάπτυξή του στην ύπαιθρό, η εγκαθίδρυση της κόκκινης πολιτικής εξουσίας σε μικρές περιοχές και η δημιουργία και η εξάπλωση του Κόκκινου Στρατού. Γι’ αυτό, θα είναι λάθος να εγκαταλείψουμε τον αγώνα στις πόλεις, αλλά, κατά τη γνώμη μας, είναι εσφαλμένη η θέση που φοβάται την ανάπτυξη της δύναμης των αγροτών, με τον ισχυρισμό πως αυτή θα ξεπεράσει τη δύναμη των εργατών και θα βλάψει την επανάσταση. Γιατί στην επανάσταση στην μισο-αποικιακή Κίνα, α αγώνας των αγροτών θα αποτυχαίνει πάντοτε αν δεν έχει επικεφαλής του τους εργάτες, αλλά η επανάσταση δεν θα ζημιωθεί ποτέ, αν ο αγώνας των αγροτών ξεπεράσει τις δυνάμεις των εργατών.
Η επιστολή περιέχει ακόμη την ακόλουθη απάντηση στο ζήτημα της τακτικής των επιχειρήσεων του Κόκκινου Στρατού.
Για να διατηρήσουμε τον Κόκκινο Στρατό και να ξεσηκώσουμε τις μάζες, η Κεντρική Επιτροπή μας ζητά να κατατεμαχίσουμε τις δυνάμεις μας σε πολύ μικρές μονάδες, να τις διασκορπίσουμε στην ύπαιθρο και να αποσύρουμε από το στρατό τον Τσου Τεχ και τον Μάο Τσε – τουνγκ, καλύπτοντας έτσι τους μεγάλους στόχους μας. Αυτή δεν είναι ρεαλιστική άποψη. Τον χειμώνα του 1927-28, σχεδιάσαμε να διασκορπίσουμε τις δυνάμεις μας στην ύπαιθρο και κάθε λόχος ή τάγμα να ενεργεί από μόνο του και να ακολουθεί τακτική ανταρτοπόλεμου, με σκοπό να ξεσηκώνει τις μάζες, ενώ θα προσπαθεί να μη δίνει στόχο στον εχθρό. Πολλές φορές το έχουμε δοκιμάσει αυτό, αλλά κάθε φορά αποτυχαίναμε. Οι λόγοι είναι: 1) Οι περισσότεροι από τους στρατιώτες στην κύρια δύναμη του Κόκκινου Στρατού προέρχονται από άλλες περιοχές και έχουν ένα υπόβαθρο διαφορετικό από το υπόβαθρο των τοπικών τμημάτων της Κόκκινης Πολιτοφυλακής. 2) Η διαίρεση σε μερικές μονάδες έχει σαν αποτέλεσμα να αδυνατίζει την ηγεσία και να την κάνει ανίκανη να τα βγάλει πέρα σε δύσκολες συνθήκες, πράγμα που εύκολα οδηγεί στην ήττα. 3) Οι μονάδες υπόκεινται στον κίνδυνο να εξοντωθούν από τον εχθρό μία προς μία. 4) Όσο πιο δύσκολες είναι οι συνθήκες, τόσο μεγαλύτερη είναι η ανάγκη να είναι συγκεντρωμένες οι δυνάμεις μας, και οι αρχηγοί να είναι σταθεροί στον αγώνα, γιατί μόνον έτσι μπορούμε να έχουμε εσωτερική ενότητα εναντίον του εχθρού. Μόνον σε ευνοϊκές συνθήκες είναι σκόπιμο να κατατεμαχίσουμε τις δυνάμεις μας για επιχειρήσεις ανταρτοπολέμου και μόνον τότε είναι απαραίτητο να μένουν οι αρχηγοί κοντά στις μονάδες τους όλον τον καιρό, όπως πρέπει να κάνουν στις δύσκολες συνθήκες.
Η αδυναμία της παραγράφου αυτής είναι ότι τα επιχειρήματα που παραθέτει εναντίον της διαίρεσης των δυνάμεων έχουν αρνητικό χαρακτήρα και δεν είναι καθόλου επαρκή. Ο θετικός λόγος για τη συγκέντρωση των δυνάμεων μας είναι ότι μόνον η συγκέντρωση θα μας κάνει ικανούς να εξοντώσουμε συγκριτικά μεγάλες μονάδες του εχθρού και να καταλάβουμε πόλεις. Μόνον όταν εξοντώσουμε συγκριτικά μεγάλες δυνάμεις του εχθρού και καταλάβουμε πόλεις, μπορούμε να ξεσηκώσουμε τις μάζες σε ευρεία κλίμακα και να εγκαθιδρύσουμε πολιτική εξουσία σε έναν αριθμό γειτονικών περιοχών. Μόνο μ’ αυτόν τον τρόπο μπορούμε να ασκήσουμε μια εκτεταμένη επίδραση (αυτό που λέμε «εξάπλωση της επιρροής μας»), και να συμβάλλουμε αποτελεσματικά στην επίσπευση της ημέρας της μεγάλης επαναστατικής πλημμυρίδας. Παραδείγματος χάρη, και η βάση που εγκαθιδρύσαμε στο Μεθοριακή περιοχή του Χουνάν-Κιανγκσί τον προπερσινό χρόνο και η βάση που εγκαθιδρύσαμε πέρσι στο δυτικό Φουκιέν (9) ήταν αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής της συγκέντρωσης των στρατευμάτων μας. Αυτό είναι μια γενική αρχή, αλλά δεν υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι δυνάμεις μας πρέπει να διαιρεθούν; Ναι, υπάρχουν. Η επιστολή της Επιτροπής Μετώπου προς την Κεντρική Επιτροπή μιλά για την τακτική ανταρτοπόλεμου για τον Κόκκινο Στρατό, και συμπεριλαμβάνει τον κατατεμαχισμό των δυνάμεων μέσα σε μια μικρή ακτίνα:
Η τακτική που έχουμε διδαχτεί από τον αγώνα των τριών τελευταίων χρόνων, είναι πράγματι διαφορετική από κάθε άλλη τακτική, παλιά ή σύγχρονη, κινέζικη ή ξένη. Με την τακτική μας, οι μάζες μπορούν να ξεσηκωθούν για αγώνα σε μια πολύ πλατειά κλίμακα, και κανένας εχθρός, οσοδήποτε ισχυρός, δεν μπορεί να μας νικήσει. Η τακτική μας είναι τακτική ανταρτοπολέμου. Συνίσταται κυρίως στα ακόλουθα σημεία:
«Να διαιρούμε τις δυνάμεις μας για να ξεσηκώνουμε τις μάζες, να συγκεντρώνουμε τις δυνάμεις μας για να χτυπάμε τον εχθρό».
«Όταν ο εχθρός προχωρεί, εμείς υποχωρούμε. Όταν ο εχθρός είναι στρατοπευδεμένος, εμείς τον ενοχλούμε. Όταν ο εχθρός είναι εξαντλημένος, του κάνουμε επίθεση. Όταν ο εχθρός υποχωρεί τον καταδιώκουμε».
«Για να διευρύνουμε τις μόνιμες βάσεις ερεισμάτων (10), εφαρμόζουμε την πολιτική της επίθεσης κατά κύματα. Όταν μας καταδιώκει ένας ισχυρός εχθρός, εφαρμόζουμε την τακτική των κυκλικών ελιγμών».
«Να ξεσηκώνουμε το μεγαλύτερο αριθμό μαζών στο συντομότερο δυνατό χρόνο και με την καλύτερη δυνατή μέθοδο».
Η τακτική αυτή είναι ακριβώς όπως το ρίξιμο του διχτυού. Σε κάθε στιγμή θα είμαστε έτοιμοι να το ρίξουμε ή να το τραβήξουμε. Το ρίχνουμε ανοιχτά για να κερδίσουμε τις μάζες και το τραβάμε για να χτυπήσουμε τον εχθρό. Τέτοια είναι η τακτική που έχουμε χρησιμοποιήσει κατά τα τελευταία τρία χρόνια.
Εδώ, «να ρίχνουμε το δίχτυ ανοιχτά» σημαίνει να διαιρούμε τις δυνάμεις μας μέσα σε μια ακτίνα. Παραδείγματος χάρη, όταν καταλάβαμε πρώτα την πρωτεύουσα της περιοχής Γιουνγκσίν στη μεθοριακή περιοχή του Χουνάν – Κιανγκσί, διαιρέσαμε τις δυνάμεις του 29ου και του 31ου συντάγματος μέσα στα όρια της περιοχής Γιουνγσίν. Και πάλι όταν καταλάβαμε το Γιουνγσίν για τρίτη φορά, διαιρέσαμε για μια ακόμα φορά τις δυνάμεις μας διασκορπίζοντας το 28ο σύνταγμα στα σύνορα της περιοχής Ανφού, το 29ο στο Λιενχουά και το 31ο στα σύνορα της περιοχής Κιάν. Και πάλι διαιρέσαμε τις δυνάμεις μας στις περιοχές του Νότιου Κιανγκσί τον τελευταίο Απρίλιο και Μάιο και στις περιοχές του Δυτικού Φουκιέν τον τελευταίο Ιούλιο. Όσο για τη διαίρεση των δυνάμεών μας σε μια μεγάλη ακτίνα, είναι δυνατή μόνον κάτω από δύο προϋποθέσεις, όταν οι συνθήκες θα είναι σχετικά ευνοϊκές και τα καθοδηγητικά όργανα πολύ ισχυρά. Γιατί ο σκοπός της διαίρεσης των δυνάμεών μας είναι να πιάσουμε μια καλύτερη θέση για να κερδίσουμε τις μάζες, για να βαθύνουμε την αγροτική επανάσταση, για να εγκαθιδρύσουμε πολιτική εξουσία και για να διευρύνουμε τον Κόκκινο Στρατό και τις τοπικές ένοπλες δυνάμεις. Είναι καλύτερο να μη διαιρούμε τις δυνάμεις μας, όταν ο σκοπός αυτός δεν είναι πραγματοποιήσιμος ή όταν η διαίρεση των δυνάμεών μας μπορεί να οδηγήσει στην ήττα και στο αδυνάτισμα του Κόκκινου Στρατού, όπως έγινε τον Αύγουστο πριν από δυό χρόνια, που οι δυνάμεις μας διαιρέθηκαν στα σύνορα του Χουνάν – Κιανγκσί για να επιτεθούν στο Τσεντσόου. Αλλά αναμφίβολα, όταν υπάρχουν οι δύο προϋποθέσεις που αναφέραμε παραπάνω, θα διαιρούμε τις δυνάμεις μας, γιατί η αποκέντρωση έχει τότε περισσότερα πλεονεκτήματα από τη συγκέντρωση.
Η επιστολή του Φεβρουαρίου της Κεντρικής Επιτροπής δεν είχε σωστό πνεύμα και είχε άσχημη επίδραση σε μερικούς συντρόφους του Κόμματός μας στην Τέταρτη Στρατιά. Εκείνον τον καιρό η Κεντρική Επιτροπή έβγαλε ακόμα μια εγκύκλιο, που έλεγε ότι δεν ήταν απαραίτητο να ξεσπάσει πόλεμος μεταξύ του Τσανγκ Κάϊ – σεκ και των μιλιταριστών του Κβανγκ – σι. Από τότε όμως κι ύστερα, οι εκτιμήσεις και οι εντολές της Κεντρικής Επιτροπής ήταν βασικά σωστές. Εκδόθηκε κιόλας μια άλλη εγκύκλιος που διόρθωνε την εγκύκλιο που είχε κάνει τη λαθεμένη εκτίμηση. Αν όμως και δεν είχε κάνει καμιά διόρθωση της επιστολής της προς τον Κόκκινο Στρατό, οι εντολές της που ακολούθησαν δεν είχαν το ίδιο πεσιμιστικό τόνο και οι απόψεις της για τις επιχειρήσεις του Κόκκινου Στρατού συνέπεσαν τώρα με τις δικές μας. Αλλά η κακή επίδραση που είχε η επιστολή αυτή σε ορισμένους συντρόφους εξακολουθεί να παραμένει. Γι’ αυτό, αισθάνομαι ότι είναι ακόμα απαραίτητο να εξηγηθώ σχετικά με αυτό.
Το σχέδιο να καταλάβουμε την επαρχία του Κιανγσί μέσα σ’ ένα χρόνο είχε και αυτό προταθεί τον τελευταίο Απρίλιο από την Επιτροπή του Μετώπου προς την Κεντρική Επιτροπή και αργότερα είχε παρθεί μια απόφαση πάνω σ’ αυτό το θέμα, στο Γιουτού. Στην επιστολή προς την Κεντρική Επιτροπή, είχαν δοθεί τα ακόλουθα επιχειρήματα:
Τα στρατεύματα του Τσανγκ Κάϊ – σεκ και των μιλιταριστών του Κβανγκσί πλησιάζουν το ένα το άλλο κοντά στο Κιουκιάνγκ και επίκειται μια μεγάλη μάχη. Η ανάληψη του μαζικού αγώνα συνδυασμένη με την όξυνση των αντιθέσεων μεταξύ των αντιδραστικών κυβερνητών, δημιουργεί την πιθανότητα να φτάσει γρήγορα η μεγάλη πλημμυρίδα της επανάστασης. Προκειμένου να οργανώσουμε εμείς τη δουλειά μας κάτω από αυτές τις συνθήκες, νομίζουμε πως στις νότιες επαρχίες, οι ένοπλες δυνάμεις των κομπραδόρων και των γαιοκτημόνων, ιδιαίτερα στις επαρχίες Κβανγκ-τούνγκ και Χουνάν, είναι πολύ ισχυρές, και ακόμα πως στο Χουνάν έχουμε χάσει σχεδόν όλες τις μάζες που μας ακολουθούσαν τόσο μέσα όσο και έξω από το Κόμμα, εξαιτίας των πραξικοπηματιστικών λαθών του Κόμματος. Αλλά στις τρεις επαρχίες του Φουκιέν, του Κιανγκσί και του Τσκιάνγκ η κατάσταση είναι διαφορετική. Πρώτο, εκεί στρατιωτικά ο εχθρός είναι πιο αδύνατος. Στο Τσεκιάνγκ υπάρχει μόνο μια μικρή επαρχιακή δύναμη κάτω από τη διοίκηση του Τσιάνγκ Πο-τσένγκ (11). Στο Φουκιέν αν και υπάρχουν πέντε ομάδες εχθρικών στρατευμάτων που αριθμούν συνολικά 14 συντάγματα, τα στρατεύματα του Κούο Φένγκ-μίνγκ είναι κιόλας τσακισμένα. Τα στρατεύματα κάτω από τη διοίκηση του Τσε Κουοχόι και του Λου Χσίνγκ-πάνγκ (12) είναι ληστές με μικρή μαχητική ικανότητα. Οι δύο ταξιαρχίες από πεζοναύτες που σταθμεύουν κατά μήκος της ακτής δεν έχουν δει ποτέ μάχη και η μαχητική τους ικανότητα αναμφίβολα, δεν είναι μεγάλη. Μόνον ο Τσάνγκ Τσεν (13) μπορεί να κάνει κάποιου είδους μάχη, αλλά, σύμφωνα με μια ανάλυση που έγινε από την Επιτροπή περιοχής του Φουκιέν, και αυτός ακόμα έχει δύο μόνον συντάγματα σχετικά ισχυρά. Και ακόμη, το Φουκιέν, βρίσκεται τώρα σε μια κατάσταση ολοκληρωτικού χάους, σύγχυσης και διχασμού. Στο Κιανγσί, υπάρχουν 16 συντάγματα κάτω από δύο διοικητές, τον Τσού Πέϊ τεχ (14) και τον Χσιούνγκ Σίχ - χούϊ (15), τα συντάγματα αυτά είναι ισχυρότερα από τις ένοπλες δυνάμεις του Φουκιέν ή του Τσεκιάνγκ, αλλά είναι πολύ κατώτερα από τις ένοπλες δυνάμεις του Χουνάν. Δεύτερο, σ’ αυτές τις τρεις επαρχίες έχουν γίνει λιγότερα πραξικοπηματιστικά λάθη. Δεν έχουμε καθαρή εικόνα για την κατάσταση στο Τσεκιάνγκ, αλλά η οργανωτική και μαζική βάση του Κόμματος είναι κάπως καλύτερη στο Κιανγσί και στο Φουκιέν παρά στο Χουνάν. Παραδείγματος χάρη, ας πάρουμε το Κιανγσί. Στο βόρειο Κιανγκσί έχουμε μερικές βάσεις στο Τεχάν, στο Χσιουσχούι και στο Τουνγού. Στο δυτικό Κιανγκσί το Κόμμα και η Κόκκινη Πολιτοφυλακή έχουν ακόμη κάποια δύναμη στο Νινγκάνγκ, στο Γιουνγκσίν, στο Λιενχουά και στο Σουϊτσουάν. Στο νότιο Κιανγκσί οι προοπτικές είναι ακόμα καλύτερες γιατί τα συντάγματα, Δεύτερο και Τέταρτο του Κόκκινου Στρατού, αυξάνουν σταθερά τις δυνάμεις τους στις περιοχές του Κιάνγκ, του Γιάνγκ Φένγκ και του Χσινκούο. Και το σοβαρότερο, ο Κόκκινος Στρατός κάτω από τον Φάνγκ Τσίχ-μιν έχει κυριολεκτικά τσακιστεί. Όλα αυτά μας υποχρεώνουν να προτιμήσουμε τον Ναντσάνγκ. Γι’ αυτό προτείνουμε στην Κεντρική Επιτροπή, όπως κατά τη διάρκεια του παρατεινόμενου πολέμου μεταξύ των μιλιταριστών του Κουόμιτανγκ, εμείς να πολεμήσουμε κατά του Τσανγκ Κάϊ-σεκ και της κλίκας του Κβανγκσί στην επαρχία του Κβανγκσί, καθώς και στο δυτικό Φουκιέν και στο δυτικό Τσεκιάν. Στις τρεις αυτές επαρχίες θα διευρύνουμε τον Κόκκινο Στρατό και θα δημιουργήσουμε μια επαναστατική βάση, με χρονικό όριο ενός χρόνου, για την εκπλήρωση αυτού του σχεδίου.
Η πρόταση αυτή να πολεμήσουμε για το Κιανγκσί ήταν λαθεμένη μόνο στο σημείο, που έθετε χρονικό όριο ενός χρόνου. Βασιζόταν όχι μόνο στις συνθήκες μέσα σ’ αυτή την ίδια την επαρχία, αλλά και στην προοπτική ότι θα φτάσει γρήγορα μια μεγάλη πανεθνική επαναστατική πλημμυρίδα. Γιατί χωρίς να έχουμε πειστεί πως θα ερχόταν γρήγορα μια μεγάλη επαναστατική πλημμυρίδα, δεν θα μας ήταν δυνατό να συμπεράνουμε πως θα μπορούσαμε να πάρουμε το Κιανγσί σε ένα χρόνο. Η μόνη αδυναμία στην πρόταση αυτή ήταν ότι έθετε χρονικό όριο ενός χρόνου, που δεν πραγματοποιήθηκε και έδωσε έτσι ένα πνεύμα ανυπομονησίας στη λέξη «γρήγορα» μέσα στη διαβεβαίωση «γρήγορα θα φτάσει μια μεγάλη επαναστατική πλημμυρίδα». Όσο για τις υποκειμενικές και αντικειμενικές συνθήκες στο Κιανγσί, τις προσέξαμε καλά. Εκτός από τις υποκειμενικές συνθήκες που περιγράψαμε στην επιστολή προς την Κεντρική Επιτροπή, τώρα μπορούμε να δείξουμε καθαρά και τρεις αντικειμενικές συνθήκες. Πρώτο, η οικονομία του Κιανγσί είναι κυρίως φεουδαρχική, η εμπορο-καπιταλιστική τάξη είναι σχετικά αδύνατη και οι ένοπλες δυνάμεις των φεουδαρχών είναι περισσότερο αδύνατες πάρα σε οποιαδήποτε άλλη νότια επαρχία. Δεύτερο, το Κιανγκσί δεν έχει δικά του επαρχιακά στρατεύματα και το φρουρούσαν πάντα στρατεύματα από άλλες επαρχίες. Τα στρατεύματα αυτά που στέλνονται εκεί για την «καταστολή των κομμουνιστών» ή «για την καταστολή των ληστών», δεν είναι εξοικειωμένα με τις τοπικές συνθήκες, τα συμφέροντά τους είναι πολύ λιγότερο άμεσα συνδεδεμένα με την περιοχή αυτή, παρά, αν ήταν τοπικά στρατεύματα και συνήθως δεν έχουν ενθουσιασμό. Και τρίτο, σε διάκριση από το Κουαγκτούνγκ που είναι κοντά στο Χόνγκ – Κόνγκ και από κάθε άποψη σχεδόν κάτω από βρετανικό έλεγχο, το Κιανγκσί είναι σχετικά μακριά από την ιμπεριαλιστική επιρροή. Όταν αντιληφθούμε αυτά τα τρία σημεία, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί οι αγροτικές εξεγέρσεις έχουν μεγαλύτερη έκταση και ο Κόκκινος Στρατός και οι αντάρτικες μονάδες έχουν μεγαλύτερη αριθμητική δύναμη στο Κιανγκσί, παρά σε οποιαδήποτε άλλη επαρχία.
Πώς λοιπόν πρέπει να ερμηνεύσουμε τη λέξη «γρήγορα» στη διαβεβαίωση «γρήγορα θα φτάσει μια μεγάλη επαναστατική πλημμυρίδα»; Αυτό είναι ένα κοινό ερώτημα όλων των συντρόφων. Οι μαρξιστές δεν είναι μάντεις. Μπορούν, και πραγματικά αυτό κάνουν, μόνο να δείξουν τη γενική κατεύθυνση των μελλοντικών εξελίξεων και των αλλαγών. Δεν καθορίζουν, και δεν μπορούν να καθορίζουν την ημέρα και την ώρα μηχανικά. Άλλα όταν λέγω, πως γρήγορα θα φτάσει μια μεγάλη επαναστατική πλημμυρίδα στην Κίνα, δεν μιλώ, και αυτό το τονίζω, για κάτι, που, κατά την έκφραση ορισμένων «μπορεί να έρθει», για κάποια πλάνη, απραγματοποίητη και χωρίς σημασία για δράση. Αυτό μοιάζει σαν ένα πλοίο ανοικτά στη θάλασσα, που η κορυφή του καταρτιού του μπορεί κιόλας να φαίνεται από τη στεριά. Είναι σαν τον πρωινό ήλιο στην ανατολή, που οι λαμπρές αχτίδες του φαίνονται από την κορυφή ενός ψηλού βουνού. Είναι σαν ένα παιδί που πρόκειται να γεννηθεί γρήγορα και κινιέται ακατάπαυστα μέσα στην κοιλιά της μάνας του.
Σημειώσεις(1) Ο σύντροφος Φανγκ Τσιχ – μιν, από το Γιγουάνγκ της επαρχίας Κιανγκσί και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚ Κίνας, που εκλέχτηκε από το 6ο συνέδριο, ήταν ο θεμελιωτής της κόκκινης περιοχής στο βορειοανατολικό Κιανγκσί και της 10ης Κόκκινης Στρατιάς. Το 1934 οδήγησε την αντιγιαπωνέζικη εμπροσθοφυλακή του Κόκκινου Στρατού προς το Βορρά για να αντιμετωπίσει τους ιάπωνες εισβολείς. Το Ιανουάριο του 1935 πιάστηκε αιχμάλωτος από τους κουομινταγκικούς αντιδραστικούς και πέθανε σαν ήρωας στο Ναντσάγκ του Κιανγσί.
(2) Δηλαδή οι οργανωμένες δυνάμεις της επανάστασης.
(3) Λι Του – μίνγκ: Μιλιταριστής του Κουόμιτανγκ, κυβερνήτης του Χουνάν το 1928.
(4) Ο πόλεμος του Μαρτίου – Απριλίου 1929, ανάμεσα στον Τσανγκ Κάι – σεκ και στον Λι Τσουνγκ – γεν και Πέι Τσανγκ – σι, μιλιταριστές του Κουόμιτανγκ της επαρχίας του Κιανγκσί.
(5) Η τρίτη εισβολή στην επαναστατική βάση του Κόκκινου Στρατού στα βουνά Τσινγκάνγκ, των μιλιταριστών του Κουόμιτανγκ που κράτησε από τα τέλη του 1926 μέχρι τις αρχές του 1928.
(6) Η φράση αυτή είναι απ’ το Μένκιους, που παρομοιάζει όταν μιλάει για έναν τύραννο που σπρώχνει το λαό στην αναζήτηση ενός καλού κυβερνήτη, με τη βύδρα που «σπρώχνει το ψάρι στα βαθιά νερά».
(7) Το Έκτο Εθνικό Συνέδριο του ΚΚ Κίνας έγινε τον Ιούλιο του 1928. Το συνέδριο αυτό καθόρισε ότι μετά την ήττα του 1927, η επανάσταση παρέμεινε αστικοδημοκρατική ως προς το χαρακτήρα της, δηλαδή αντιιμπεριαλιστική και αντιφεουδαρχική και ότι μια και η αναπόφευκτη νέα πλημμυρίδα στην επανάσταση δεν ήταν ακόμα άμεσα επικείμενη, η γενική γραμμή για την επανάσταση θα πρέπει να είναι να κερδίζουμε τις μάζες.
Το Έκτο Εθνικό Συνέδριο διέλυσε τη δεξιά οππορτουνιστική τάση του Τσε Του – σιέου και απέκρουσε τον «αριστερό» πραξικοπηματισμό που εμφανίσθηκε στο Κόμμα στα τέλη του 1927 και στις αρχές του 1928.
(8) Η φράση μέσα σε παρένθεση προστέθηκε από το συγγραφέα.
(9) Στο 1929 ο Κόκκινος Στρατός άρχισε μια εκστρατεία, από το Τσινγκανγκκάν στην επαρχία Φουκιέν, όπου δημιούργησε μια καινούργια επαναστατική βάση, επεκτείνοντας την επαναστατική λαϊκή εξουσία στις περιφέρειες Λουνγκυέν, Τσινγκτένγκ και Τσανγκμάνγκ, που βρίσκεται δυτικά στο Χουνκιέν.
(10) Εδώ εννοεί τις σχετικά σταθερές επαναστατικές βάσεις που δημιουργήθηκαν από τον Κόκκινο Εργατο-αγροτικό Στρατό.
(11) Ο Τσιάνγ Πο-τσένγκ ήταν τότε ο διοικητής των σωμάτων για την «επιβολή της τάξεως» του Κουόμιτανγκ στην επαρχία Τσεκιάνγκ.
(12) Ο Τσενγκ Κου χουέι και ο Λου Σιν – σάνγκ ήταν δύο διαβόητοι ληστές του Κουόμιτανγκ που ενώθηκαν με τις δυνάμεις τους με το στρατό του Κουόμιτανγκ.
(13) Ο Τσανγκ Τσεν ήταν διοικητής μιας μεραρχίας του στρατού του Κουόμιτανγκ.
(14) Ο Τσού Πέϊτεχ ήταν ένας από τους μιλιταριστές του Κουόμιτανγκ. Κυβερνήτης τότε της επαρχίας Κιανγσί.
(15) Ο Χσιούνγκ Σίχ – χουέϊ ήταν τότε ένας από τους διοικητές μεραρχίας του στρατού του Κουόμιτανγκ, στην επαρχία Κιανγσί.